Πέμπτη 25 Μαρτίου 2010. GURUPA

Την Τρίτη 23 Μαρτίου έφτασε η πολυαναμενόμενη στιγμή να ζήσουμε μία απ΄τις μοναδικότερες εμπειρίες ολόκληρου του ταξιδιού μας: να διαπλεύσουμε με ποταμόπλοιο τον μεγαλύτερο σε πλάτος ποταμό του κόσμου, τον θρυλικό Αμαζόνιο. Σχεδιάζαμε να ταξιδέψουμε αρχικά μέχρι το Santarem κι έπειτα να συνεχίσουμε από ΄κει για το Manaus. Ωστόσο τα σχέδιά μας άλλαξαν μετά από μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πρόταση της μητέρας της Rafaela, της κυρίας Marilu. Στα μισά περίπου της διαδρομής απ’ το Belem στο Santarem βρίσκεται μια μικρότερη παραποτάμια πόλη, η Gurupa. Εκεί ζει ο σύζυγος της κυρίας Marilu, και πατέρας της Rafaela, ο κύριος Belo. Μας προσκάλεσαν λοιπόν να περάσουμε μια βραδιά στο σπίτι τους στην Gurupa, όπου και θα μας περίμενε ο senhor Belo.

Οι πόλεις του Αμαζονίου δε συνδέονται με δρόμους κι έτσι τα ποταμόπλοια αποτελούν το μοναδικό επίγειο μέσο μετακίνησης ανθρώπων και εμπορευμάτων. Τα πλοία αυτά δε διαθέτουν θέσεις επιβατών, παρά μόνο χώρους στο κατάστρωμα, όπου οι επιβάτες απλώνουν τις αιώρες τους και περνούν εκεί τις ατελείωτες ώρες -ή και μέρες- του ταξιδιού. Έτσι, το μεσημέρι της Τρίτης επιβιβαστήκαμε στο ποταμόπλοιο “Amazon Norte”, για να στήσουμε κι εμείς τις δικές μας αιώρες. Το “Amazon Norte” είναι ένα μικρό ξύλινο ποταμόπλοιο σαν μεγάλο καΐκι. Η επιβίβαση και αποβίβαση των φορτωμένων με τα πράγματά τους επιβατών γίνεται ισορροπώντας σε μία λεπτή μακριά σανίδα πάνω απ΄το νερό, χωρίς κανένα κάγκελο ή χειρολαβή για να πιαστείς! Από νωρίς το πρωί τα αμπάρια και το κάτω κατάστρωμα του πλοίου φορτώνονται με κάθε λογής εμπορεύματα, ενώ μετά το μεσημέρι το πάνω κατάστρωμα γεμίζει με τις δεκάδες αιώρες των επιβατών. Με τρεις ώρες καθυστέρηση, στις 10 και κάτι το βράδυ της Τρίτης σαλπάραμε τελικά, αφήνοντας πίσω μας το Belem.

Τη νύχτα κοιμηθήκαμε κάπως ανήσυχα, έχοντας διαρκώς το νου μας στα στοιβαγμένα κάτω απ΄τις αιώρες πράγματά μας. Όταν ξυπνήσαμε το πρωί, πλέαμε στη μέση του τεράστιου, σαν θάλασσα, ποταμού, ενώ που και που ξεπηδούσαν γύρω μας ροζ και γκρι δελφίνια του Αμαζονίου.

Συχνά μπαίναμε σε στενότερα παρακλάδια του ποταμού, πλέοντας πολύ κοντά στις ακτές. Στις όχθες, ξύλινα σπιτάκια σε πασσάλους εμφανίζονται από το πουθενά μέσα στην πυκνή βλάστηση, ενώ παιδιά διασχίζουν με μικρές ξύλινες πιρόγες το ποτάμι, παίζοντας με τα κύματα που δημιουργεί στο πέρασμά του το καράβι. (Εντυπωσιακό είναι πάντως πως παρά τη φτώχεια και τις ημιπρωτόγονες συνθήκες διαβίωσης, με ό,τι προσφέρει ο ποταμός και το δάσος, τα περισσότερα απ’ τα σπίτια αυτά διαθέτουν δορυφορική κεραία τηλεόρασης!)

Κάθε τόσο, μικρά παιδιά πλησιάζουν με τις πιρόγες τους το ποταμόπλοιο, για να πουλήσουν γαρίδες, καρπούς και σακουλάκια açai (σκουρόχρωμος, παχύρρευστος χυμός ενός φρούτου του Αμαζονίου). Χρησιμοποιώντας γάντζους και σχοινιά, με σβέλτους κόμπους και κινήσεις ακροβατικές που θα ζήλευε κι ο πιο έμπειρος κι επιδέξιος ναύτης, τα παιδιά γαντζώνονται στο καράβι, ενώ εκείνο πλέει και πηδούν στο κατάστρωμα προσπαθώντας να πουλήσουν την πραμάτεια τους ή έστω να αποσπάσουν από τους επιβάτες κανένα κέρμα ή κανά μπισκότο.

Γύρω στις δύο σήμερα τα ξημερώματα φτάσαμε στη Gurupa. Στην προβλήτα μας περίμενε αγουροξυπνημένος ο κύριος Belo και μας πήρε με το παλιό αμαξάκι του προς το σπίτι του. Άνθρωπος πολύ απλός και φιλικός, αλλά και εξαιρετικά λιγομίλητος ο senhor Belo είναι γεννημένος και μεγαλωμένος στη Gurupa. Ιδιοκτήτης σήμερα ενός μικρού ιχθυοτροφείου και δύο supermarket φαίνεται να είναι ιδιαίτερα σεβαστό και αγαπητό πρόσωπο στην πόλη του. Σήμερα το μεσημέρι η Santana, η μαγείρισσα του σπιτιού, μας ετοίμασε ένα πλούσιο τραπέζι με ψάρια και γαρίδες του ποταμού.


Έξω, στην αυλή του σπιτιού, μαζί με άλλα κατοικίδια, υπάρχει μια γιγαντιαία χελώνα που ζει στα δάση του Αμαζονίου.

Μετά το μεσημέρι ο senhor Belo μας πήγε μια βόλτα με το αμάξι μέχρι το μικρό του ιχθυοτροφείο κι έπειτα σ΄ένα χώρο αναψυχής, όπου οι κάτοικοι της Gurupa συνηθίζουν να πηγαίνουν τις Κυριακές για πικ-νικ και μπάνιο στο ποτάμι.

Στην άλλη πλευρά του ποταμού, κρυμμένο μέσα σε δαιδαλώδεις διακλαδώσεις και οργιώδη βλάστηση, ο κύριος Belo έχει χτίσει εδώ και χρόνια ένα μικρό ξύλινο σπίτι σαν εξοχικό. Το απόγευμα λοιπόν μας έστειλε, συντροφιά με μια υπάλληλό του, την Concy, κι έναν δικό του οδηγό ταχύπλοης βάρκας, να γνωρίσουμε αυτόν τον μικρό του επίγειο παράδεισο. Η 40λεπτη διαδρομή με τη βάρκα μέσα από το ποτάμι ήταν εκπληκτική και το τοπίο γύρω μαγικό.

Στην ερώτησή μας αν υπάρχουν κροκόδειλοι, η απάντηση που πήραμε ήταν πως φυσικά και υπάρχουν, αλλά είναι μικροί και δεν επιτίθενται σε ανθρώπους κι έτσι βουτήξαμε κι εμείς μαζί με την Concy και τον οδηγό, για ένα απολαυστικά δροσερό μπάνιο στα μαύρα νερά του ποταμού.

Δευτέρα 22 Μαρτίου 2010. SAO LUIS - BELEM

Μετά από άλλο ένα 27ωρο ταξίδι το απόγευμα της Παρασκευής φτάσαμε στο Sao Luis. Η ιδιαίτερα φτωχή πόλη του Sao Luis είχε γνωρίσει το 18ο αιώνα χρόνια μεγάλης ακμής, χάρη στην καλλιέργεια και το εμπόριο του βαμβακιού. Στο ιστορικό κέντρο του Sao Luis τα παλιά ερειπωμένα αρχοντικά αποτελούν σήμερα τους σιωπηλούς μάρτυρες της αλλοτινής αίγλης της πόλης.


Το βράδυ της Κυριακής αφήσαμε το Sao Luis και σήμερα το πρωί φτάσαμε στο Belem, στις εκβολές του Αμαζονίου.

Εδώ μας φιλοξενεί η Rafaela. Φοιτήτρια ψυχολογίας, ζει σ΄ένα διαμέρισμα στο Belem μαζί με την αδερφή της, τη μητέρα της και τη γιαγιά της.

Τετάρτη 17 Μαρτίου 2010. OLINDA

Κυριακή πρωί αποχαιρετήσαμε τον Rodrigo και το Salvador και συνεχίσαμε βόρεια για την πόλη Maceio. Ο μοναδικός λόγος που σταματήσαμε εκεί, ήταν για να επισκεφτούμε την υπέροχη τροπική παραλία Praia do Gunga και να απολαύσουμε το τελευταίο ίσως μπάνιο μας στον Ατλαντικό, καθώς μπαίνουμε πια στο τελευταίο μήνα του ταξιδιού μας.

Από το Maceio συνεχίσαμε βορειότερα για το Recife. Λίγα μόλις χιλιόμετρα βόρεια της βιομηχανικής μεγαλούπολης του Recife βρίσκεται μία από τις ομορφότερες αποικιακές πόλεις της Βραζιλίας, η Olinda, όπου βρισκόμαστε από χθες το απόγευμα.