Λίγα χιλιόμετρα νότια του Pisco, η χερσόνησος Paracas παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον τόσο αρχαιολογικό όσο και ζωολογικό. Από το 900π.Χ. έως και το 200μ.Χ. στη χερσόνησο Paracas έζησε ο ομώνυμος λαός, που παρουσίασε έναν σημαντικό πολιτισμό. Οι Paracas ανέπτυξαν ιδιαίτερα την υφαντουργία, ενώ έμειναν γνωστοί από τη συνήθεια τους να χαράσσουν τη γη σχηματίζοντας στο έδαφος τεράστια σχήματα.
Εκτός από ανθρώπινες φυλές, οι θάλασσες και τα νησιά γύρω από την χερσόνησο Paracas προσελκύουν εδώ και αιώνες μεγάλους πληθυσμούς πολλών θαλάσσιων ειδών. Έτσι, στα φαγωμένα από τη θάλασσα βράχια των νησιών Ballestas, με τις βαθιές σπηλιές και τις εντυπωσιακές καμάρες, αράζουν θαλάσσιοι λέοντες, μικροί πιγκουίνοι, μεγάλοι πελεκάνοι, κορμοράνοι και πλήθος άλλα θαλασσοπούλια.
















Τα περιττώματα κάποιων από τα θαλασσοπούλια που ζουν στην περιοχή (guano), είχε ήδη από την εποχή των Ίνκας ανακαλυφθεί, πως αποτελούν εξαιρετικής ποιότητας λιπάσματα. Στα μέσα του 19ου αιώνα οι κουτσουλιές αυτές απέκτησαν τόση αξία, ώστε αποτέλεσαν το σημαντικότερο προϊόν του Περού και προκάλεσαν δύο πολέμους: έναν σύντομο,νικηφόρο για το Περού, με την Ισπανία το 1866 κι έναν μεγάλης διάρκειας (1879-1883) με τη Χιλή. Ο δεύτερος, που έμεινε γνωστός ως ο πόλεμος του Ειρηνικού, κερδήθηκε τελικά από τη Χιλή. Μάλιστα, τα χιλιανά στρατεύματα έφτασαν να καταλάβουν μέχρι και τη Λίμα, ωστόσο αργότερα αποσύρθηκαν και κράτησαν μόνο την πλούσια σε guano έρημο Atacama, που μέχρι σήμερα αποτελεί το βόρειο τμήμα της Χιλής. Τελικά κι αυτός ο πολυετής και πολύνεκρος πόλεμος αποδείχθηκε εντελώς μάταιος, αφού λίγο αργότερα στα εργαστήρια της Ευρώπης ανακαλύφθηκαν μέθοδοι παραγωγής συνθετικών λιπασμάτων, γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα την κατακόρυφη πτώση της αξίας των φυσικών λιπασμάτων. Σήμερα, επιτρέπεται η εξαγωγή των περιττωμάτων κάθε δέκα χρόνια, κάτι που άλλωστε μαρτυρούν οι ξύλινες εξέδρες που είναι στημένες για το σκοπό αυτό.